Ορέστης και Ηλέκτρα
Επίλογος: Η σκιά και το φώς
Ν. Λυγερός
Μετάφραση από τα γαλλικά: Σάνη Καπράγκου
Ο χορός βρίσκεται ήδη στη
σκηνή. Ο Κορυφαίος φτάνει με βήμα αργό και μπαίνει μπροστά στον
Χορό. Τα άλλα πρόσωπα μπαίνουν διαδοχικά στον ρυθμό τής αφήγησης, από
τις δύο πλευρές, συμμετρικά και πολύ αργά.
Από πού ν’ αρχίσω; Πως ν’ αφηγηθώ την τρομερή μάχη που έλαβε χώρα μέσα στο παλάτι των Ατρειδών; Και ποιος ανάμεσά σας θα μπορούσε να προβλέψει αυτή την ιστορία; Χρόνος. Ο Αίγισθος, κατά τη συνήθειά του, ήταν καθήμενος πάνω στον θρόνο που είχε σφετερισθεί. Οσάκις είχε την ευκαιρία, καθόταν πάνω στο σύμβολο της εξουσίας. Ως εάν το σύμβολο τούτο επαρκούσε για να δώσει αξία στο στυγερό του έγκλημα. Μα η έλλειψη σθένους δεν ελέγχεται, βιώνεται. Καθησυχάζει την ηλιθιότητα και επιβεβαιώνει τη δυσπιστία. Έτσι ώστε δεν εξεπλάγη όταν είδε τους ξένους με τη συνοδεία της Ηλέκτρας.
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Η καρδιά του διέβλεψε πιο γρήγορα από το πνεύμα του την αδυσώπητη προφητεία. Κι άρχισε να φωνάζει, δείχνοντας τον Ορέστη: «Μα εσύ είσαι νεκρός! Μα εσύ είσαι νεκρός!». Μόνον που εκείνος ήταν αυτός που ο Άδης απαιτούσε! Χρόνος. Ενώ άκουγε τον Ορέστη να του λέει: « Φονιά, ετοιμάσου να υποστείς την ύστατη δικαιοσύνη!», κράδαινε το ξίφος του και εφόρμησε πάνω του μ’ έναν άγριο μορφασμό. Η μονομαχία που ακολούθησε ήταν άγρια, δίχως έλεος και αβέβαιη. Διότι η δικαιοσύνη που δεν γνώριζε τη μυρωδιά του θανάτου, πολεμούσε την εμπειρία της ζωντανής δολιότητας του πτώματος.
Ο Πυλάδης παρέμενε σε απόσταση, όπως του είχε υποδείξει ο φίλος του και η Ηλέκτρα πονούσε σε κάθε χτύπημα. Οι μαχητές λαβώθηκαν σε διάφορες πλευρές, το αίμα κυλούσε στα κορμιά τους και πορφύρισε τις φορεσιές τους. Χρόνος. Η δικαιοσύνη, όμως, και παραπαίουσα ακόμη, έβαλε τέλος νικώντας το έγκλημα. Κι ο τύραννος των Μυκηνών κατέρρευσε πάνω στον σφετερισμένο θρόνο. Ως εάν η ψυχή του ήθελε ν’ αγγίξει μια τελευταία φορά την εξουσία, δίχως να συναισθάνεται ότι ήταν το ίδιο του το αίμα που είχε αντικαταστήσει την πορφύρα του βασιλιά. Χρόνος. Και ξαφνικά, μια τρομερή κραυγή!
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Η Κλυταιμνήστρα εμφανίστηκε με τέτοια μανία, κρατώντας στ’ ανυψωμένα χέρια της έναν διπλό πέλεκυ. Η γριά φόνισσα, ανικανοποίητη που είχε ακρωτηριάσει τον άντρα της, όρμησε τώρα στα σπλάχνα της, στον ίδιο της τον γιο. Ο διπλός πέλεκυς έπεφτε ήδη για να σχίσει στα δύο το κρανίο του Ορέστη, όταν η Ηλέκτρα έβγαλε μια κραυγή της για να προειδοποιήσει τον αδερφό της τον καταδικασμένο σε βέβαιο θάνατο. Με την κραυγή της, ο Ορέστης γύρισε, μα έμεινε αποσβολωμένος από τη θέα, εκείνης της μέδουσας που απαντούσε στο όνομα Κλυταιμνήστρα. Και χωρίς τα ισχυρά χέρια του φίλου του τού Πυλάδη, που σταμάτησε με την ορμή του εκείνη της φόνισσας, ο Ορέστης δεν θα υπήρχε πια. Ανακτώντας τις αισθήσεις του, το ξίφος του, ίδιος αετός, εφόρμησε πάνω της και έθεσε τέλος σε τούτο τον ζωντανό εφιάλτη. Η φρικτή βασίλισσα έπεσε άψυχη στα πόδια τού εραστή της, χωρίς ν’ αφήσει από τα χέρια της τον διπλό της πέλεκυ, λες κι η ψυχή της ήθελε να τον πάρει για να εκδικηθεί. Την ίδια στιγμή, ανάβλυσαν από το άθλιο κορμί της, οι πιο σκοτεινές Ερυνίες, πιο μισητές από ποτέ. Είχαν γρήγορα κυκλώσει με την εξουσία τους τον φτωχό τον Ορέστη. Διότι τα μαύρα λαγωνικά δεν καταλαβαίνουν τίποτε από δικαιοσύνη και δεν βλέπουν παρά μόνον ένα έγκλημα από εκδίκηση. Και μόνο χάρη στα τρομερά βέλη που του δάνεισε ο Απόλλων ο Ορέστης μπόρεσε να τις κρατήσει υπό έλεγχο.
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Μπαίνουν στη σκηνή, από αριστερά, η Ηλέκτρα, ακολουθούμενη από τη Χρυσοθέμιδα και από τα δεξιά ο Ορέστης, ακολουθούμενος από τον Πυλάδη. Προχωρούν αργά και καταλήγουν στο κέντρο. Ο Ορέστης κοσμεί την Ηλέκτρα με ένα περιλαίμιο. Έπειτα στέκονται πλάτη με πλάτη.
Από πού ν’ αρχίσω; Πως ν’ αφηγηθώ την τρομερή μάχη που έλαβε χώρα μέσα στο παλάτι των Ατρειδών; Και ποιος ανάμεσά σας θα μπορούσε να προβλέψει αυτή την ιστορία; Χρόνος. Ο Αίγισθος, κατά τη συνήθειά του, ήταν καθήμενος πάνω στον θρόνο που είχε σφετερισθεί. Οσάκις είχε την ευκαιρία, καθόταν πάνω στο σύμβολο της εξουσίας. Ως εάν το σύμβολο τούτο επαρκούσε για να δώσει αξία στο στυγερό του έγκλημα. Μα η έλλειψη σθένους δεν ελέγχεται, βιώνεται. Καθησυχάζει την ηλιθιότητα και επιβεβαιώνει τη δυσπιστία. Έτσι ώστε δεν εξεπλάγη όταν είδε τους ξένους με τη συνοδεία της Ηλέκτρας.
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Η καρδιά του διέβλεψε πιο γρήγορα από το πνεύμα του την αδυσώπητη προφητεία. Κι άρχισε να φωνάζει, δείχνοντας τον Ορέστη: «Μα εσύ είσαι νεκρός! Μα εσύ είσαι νεκρός!». Μόνον που εκείνος ήταν αυτός που ο Άδης απαιτούσε! Χρόνος. Ενώ άκουγε τον Ορέστη να του λέει: « Φονιά, ετοιμάσου να υποστείς την ύστατη δικαιοσύνη!», κράδαινε το ξίφος του και εφόρμησε πάνω του μ’ έναν άγριο μορφασμό. Η μονομαχία που ακολούθησε ήταν άγρια, δίχως έλεος και αβέβαιη. Διότι η δικαιοσύνη που δεν γνώριζε τη μυρωδιά του θανάτου, πολεμούσε την εμπειρία της ζωντανής δολιότητας του πτώματος.
Ο Πυλάδης παρέμενε σε απόσταση, όπως του είχε υποδείξει ο φίλος του και η Ηλέκτρα πονούσε σε κάθε χτύπημα. Οι μαχητές λαβώθηκαν σε διάφορες πλευρές, το αίμα κυλούσε στα κορμιά τους και πορφύρισε τις φορεσιές τους. Χρόνος. Η δικαιοσύνη, όμως, και παραπαίουσα ακόμη, έβαλε τέλος νικώντας το έγκλημα. Κι ο τύραννος των Μυκηνών κατέρρευσε πάνω στον σφετερισμένο θρόνο. Ως εάν η ψυχή του ήθελε ν’ αγγίξει μια τελευταία φορά την εξουσία, δίχως να συναισθάνεται ότι ήταν το ίδιο του το αίμα που είχε αντικαταστήσει την πορφύρα του βασιλιά. Χρόνος. Και ξαφνικά, μια τρομερή κραυγή!
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Η Κλυταιμνήστρα εμφανίστηκε με τέτοια μανία, κρατώντας στ’ ανυψωμένα χέρια της έναν διπλό πέλεκυ. Η γριά φόνισσα, ανικανοποίητη που είχε ακρωτηριάσει τον άντρα της, όρμησε τώρα στα σπλάχνα της, στον ίδιο της τον γιο. Ο διπλός πέλεκυς έπεφτε ήδη για να σχίσει στα δύο το κρανίο του Ορέστη, όταν η Ηλέκτρα έβγαλε μια κραυγή της για να προειδοποιήσει τον αδερφό της τον καταδικασμένο σε βέβαιο θάνατο. Με την κραυγή της, ο Ορέστης γύρισε, μα έμεινε αποσβολωμένος από τη θέα, εκείνης της μέδουσας που απαντούσε στο όνομα Κλυταιμνήστρα. Και χωρίς τα ισχυρά χέρια του φίλου του τού Πυλάδη, που σταμάτησε με την ορμή του εκείνη της φόνισσας, ο Ορέστης δεν θα υπήρχε πια. Ανακτώντας τις αισθήσεις του, το ξίφος του, ίδιος αετός, εφόρμησε πάνω της και έθεσε τέλος σε τούτο τον ζωντανό εφιάλτη. Η φρικτή βασίλισσα έπεσε άψυχη στα πόδια τού εραστή της, χωρίς ν’ αφήσει από τα χέρια της τον διπλό της πέλεκυ, λες κι η ψυχή της ήθελε να τον πάρει για να εκδικηθεί. Την ίδια στιγμή, ανάβλυσαν από το άθλιο κορμί της, οι πιο σκοτεινές Ερυνίες, πιο μισητές από ποτέ. Είχαν γρήγορα κυκλώσει με την εξουσία τους τον φτωχό τον Ορέστη. Διότι τα μαύρα λαγωνικά δεν καταλαβαίνουν τίποτε από δικαιοσύνη και δεν βλέπουν παρά μόνον ένα έγκλημα από εκδίκηση. Και μόνο χάρη στα τρομερά βέλη που του δάνεισε ο Απόλλων ο Ορέστης μπόρεσε να τις κρατήσει υπό έλεγχο.
Ήχος και κίνηση του Χορού.
Μπαίνουν στη σκηνή, από αριστερά, η Ηλέκτρα, ακολουθούμενη από τη Χρυσοθέμιδα και από τα δεξιά ο Ορέστης, ακολουθούμενος από τον Πυλάδη. Προχωρούν αργά και καταλήγουν στο κέντρο. Ο Ορέστης κοσμεί την Ηλέκτρα με ένα περιλαίμιο. Έπειτα στέκονται πλάτη με πλάτη.
Κι έτσι, τη θυσία την ακολούθησε η
εκδίκηση, την ιεροσυλία η καταδίκη και το έγκλημα η τιμωρία. Κι εδώ
τελειώνει η αφήγησή μου. Δίχως τέχνασμα κανένα, σας αφηγήθηκα την
ιστορία του οίκου των Ατρειδών και των ένδοξων Μυκηνών.
Ο μυκηναϊκός λαός εγχάραξε στη μνήμη των ανθρώπων τους άθλους που έγιναν θρύλοι για τους ήρωες του Τρωικού Πολέμου.
Ο Ορέστης και η Ηλέκτρα εγχάραξαν, με τη σειρά τους, στην σκέψη των ανθρώπων, πώς το σκότος συνετρίβη υπό του βάρους του φωτός!
Ο μυκηναϊκός λαός εγχάραξε στη μνήμη των ανθρώπων τους άθλους που έγιναν θρύλοι για τους ήρωες του Τρωικού Πολέμου.
Ο Ορέστης και η Ηλέκτρα εγχάραξαν, με τη σειρά τους, στην σκέψη των ανθρώπων, πώς το σκότος συνετρίβη υπό του βάρους του φωτός!
Nincsenek megjegyzések:
Megjegyzés küldése